26.8.06

Εκείνη

Το ότι εκείνη δεν θα περίμενε να διαβάσει τον εαυτό της στο blog μου, ελάχιστα με απασχολεί. Αυτό που με απασχολεί είναι να δεί όσος (αν υπάρχει) περισσότερος κόσμος το τι νοιώθω για εκείνην.

Είναι ο άνθρωπος που τα τελευταία 2,5 χρόνια με στοιχειώνει. Ο άνθρωπος με τον οποίο μπορώ να ονειρεύομαι, να εκφράζομαι, να κλάνω και να ρεύομαι ελεύθερα.
Την λένε ΧΧΧ και μένει κάπου στην Ελλάδα. Είναι ό,τι πιο φανταστικό έχει δημιουργήσει ο Πανάγαθος με σκοπό να το γνωρίσω και να το ανακαλύψω.
Και ακόμη αν εκείνη αποφεύγει να δεχθεί την απόλυτη αγάπη μου, εγώ ξέρω πως και εκείνη ξέρει τι σημαίνει για μένα. Και το μόνο που ξέρει να κάνει είναι να ρίχνει περισσότερο λάδι στη φωτιά μου που καίει για εκείνην. Εν αγνοία της? Δεν ξέρω και δεν με ενδιαφέρει. Είμαι εγωιστής και το μόνο που θέλω είναι να της ανήκω και να μου ανήκει.

Αναλώνεται σε τυχαίους τύπους (κατά τη γνώμη μου πάντα) και ενώ ξέρει (η θα ήθελα να ξέρει) πως είμαι αυτό που της ταιριάζει, γιατι την νοιώθω , την καταλαβαίνω, την αισθάνομαι και την ανέχομαι, υποκρίνεται (έτσι υποθέτω) πως δεν τρέχει τίποτα και πως απλά της λείπω.

Είμαι ένας μεθυσμένος μαλάκας που περιαυτολογεί. Σε ικετεύω πεσμένος στα γόνατα να πιείς και να κάνεις ακριβώς το ίδιο. Να πιείς μέχρι εκεί που δεν πάει και να γράψει ένα κείμενο στο οποίο θα περιγράφεις τη γνώμη στο για μένα. Αφού δεν έχεις τα αρχίδια να κάνεις κάτι παραπάνω. Κάνε κάτι απρόσωπο. Όταν στο σπίτι σου γέμιζα την πλάτη σου με φιλιά καθώς την έτριβα, δεν είδα ουτε το παραμικρό σημάδι αντίστασης που να με κάνιε να νοιώσω μια έστω ενοχή για να σταματήσω.

Σε θερμοπαρακαλώ, π4ες μου τι νοιώθεις για μένα, πες μου ότι είμαι ο χειρότερος μαλάκας που μπορεί να σου τύχει και πως ό,τι κάνω ή νοιώθω για σένα δεν έχει απολύτως κανένα νόημα.

Χιλιάδες φιλιά, και όταν ξαναμεθύσω, να είσαι σίγουρη πως εσύ θα έρθεις στο μυαλό μου.

Σε αγαπώ ειλικρινά, αβίαστα και βασανισμένα.
Στέλιος

16.8.06

Autostop



Κυλάει καιρός πολύς.
Κυλάει και γώ εδώ συνεχίζω στην άκρη του δικού μου δρόμου να κάνω οτοστόπ και να περιμένω να περάσει αυτοκίνητο. Μα ποιόν κοροϊδεύω…
Συνεχίζω να ντύνω με ψυχρά χρώματα τις χειμωνιάτικες σκέψεις μου. Λες και κηδεύω τον εγκέφαλό μου εν αγνοία του. Και η τύχη ειρωνική, να στέκεται λίγο πιο κάτω από μένα , στον ίδιο δρόμο, με το ένα μάτι κάτω από το μαντήλι, όπως αρμόζει άλλωστε, και με το άλλο να λοξοκοιτάζει την καλογυαλισμένη λιμουζίνα της.
Η καρδιά πρέπει να πονάει για να αγαπήσει. Η καρδιά πρέπει να αγαπάει για να πονέσει. Αρκεί να υπάρχει.
Νοιώθω σαν να είμαι κλεισμένος στο κλουβί με τις τίγρεις, σε ένα τσίρκο περιοδεύον, παρακμιακό. Να πρέπει να τις δαμάσω, ενώ αυτές έχουν πάρει χαμπάρι την υποκριτικά στολισμένη δεινότητά μου σαν δαμαστή. Και γώ να κλαίω… Μπροστά σε θεριά και κοινό. Μόνο θεριά μάλλον. Γιατί και οι άνθρωποι έτσι καταντήσαμε. Θεριά που τρώει το ένα το άλλο με την πρώτη ευκαιρία. Με το πρώτο νούμερο του λαχνού. Με την πρώτη αναποδιά. Με την πρώτη απογοήτευση. Και να σου κάτω τα κεφάλια. Και οι σκέψεις βουνό στη μέση της θάλασσας. Και το σωσίβιο ένα και μοναδικό. Εσύ ο ίδιος.
Όνειρο ήταν αλλά τόσο μα τόσο αληθινό… Η σάρκα σου ένα με τη δική μου, οι χυμοί σου, τα μαλλιά σου και το βλέμμα σου το μισονυσταγμένο. Ο τρόπος με τον οποίον με έσφιγγες στην αγκαλιά σου, ο τρόπος με τον οποίο σε κρατούσα. Το πάθος… Ποιες λέξεις…
Προσπαθώ να περιγράψω ένα όνειρο με λόγια. Να το κλειδώσω στο χάρτινο μπαούλο, να το έχω πρόχειρο . Τώρα που μπορώ, γιατί θα ξεθωριάσει και αυτό. Θα το ξεχάσω σιγά σιγά. Η ειρωνεία είναι πως όσο προσπαθώ να περιγράψω το όνειρο τόσο απλουστεύουν οι λέξεις, τιμωρώντας με που το βγάζω από το μυαλό και την καρδιά μου. Στερώντας από τον αναγνώστη να μοιραστεί τον ίδιο θυμωμένο οργασμό με εμένα. Αυτό ήταν. Ξέχασα. Άλλο ένα όνειρο θυσιασμένο στην κοινοτοπία
Συνεχίζω να γράφω, με τα χέρια μου αμήχανους γυρολόγους πάνω στο «χαρτί». Πλανόδιοι αγωνιστάδες της ζωής μου, σωτήριοι καρποί μου κινηθείτε!
Παλιότερα η γραφομηχανή, μετά το χαρτί, τώρα το πληκτρολόγιο. Αυτή κι αν είναι ηδονή! Σαν να παίζεις πιάνο. Χωρίς νότες. Μόνο πλήκτρα, πλήκτρα σημαδεμένα με έναν χαρακτήρα, μια φυσιογνωμία ο καθένας. Αρσενικοί, με τις γωνίες και τον εγωισμό τους ο καθένας, δύστροποι και νταήδες, θηλυκοί, με τις καμπύλες τους και τις τρυφερές κινήσεις επιδεικτικής τρυφερότητας. Όλοι μιλάν με την ίδια γλώσσα. Και όλοι συναντιούνται σε ένα όργιο αρχαίο. Ένα συνοθήλευμα που όμοιό του δεν υπάρχει. Καθένας βρίσκει το ταίρι του και ενώνονται με του χεριού μου το νεύμα και με του Έρωτα την άδεια. Λέξεις…
Και γώ ο άθλιος προσπαθώ ακόμη να γεμίζω τη σελίδα με τυχαίους συλλογισμούς, δήθεν πλούτο γνώσης και εμπειρίας. Θα προτιμούσα έναν άνθρωπο δίπλα μου να με αποτρέπει, από το να χλευάζω αυτά που δημιουργώ ο ίδιος. Από το να με αναιρώ.
Κουράστηκα.
Κουράστηκα να είμαι η συνεχής τιμωρία αυτών που θέλουν την ζωή τους ήρεμη.
Ίσως επειδή πλέον ζηλεύω αυτή τη ζωή. Ίσως επειδή πάει καιρός που σχεδόν ανεπιτυχώς υποκρίθηκα ότι μου ανήκει.
Αυτή τη φορά θα γίνει αλλιώς. Θα κάνω ένα βήμα μπροστά και θα σταθώ στη μέση του δρόμου. Και ή θα με πάρει με τη καλογυαλισμένη λιμουζίνα της ή θα με πατήσει.

24 Ιουλίου 2004


Έλεος?. Όχι. Θα προσπαθήσω να ξεράσω αλήθειες απόψε. 24 Ιουλίου 2004 σήμερα και απλά νοιώθω τη ζέστη να κατακλύζει το κεφάλι μου και να το προκαλεί να παράγει έννοιες και διατυπώσεις τις οποίες δεν είμαι καν σίγουρος αν χρειάζεται.
Έχω καιρό να μεθύσω. Να καταλάβω τον εαυτό μου καλύτερα. Τα όνειρα μου λιγοστεύουν. Δεν τα φτάνω ούτε στο όνειρό μου πια.
Περνάει ο καιρός και γω σιωπηλός θεατής της κατρακύλας του εαυτού μου. Τώρα? Τι είναι αυτή η λέξη? Δεν μπορώ πια να ζήσω το τώρα. Ζω το πριν και βασανίζομαι από το μετά. Το τώρα πέθανε. Αναλώνεται στα ταξίδια του. Αδειάζει την κλεψύδρα που του χάρισε ο χρόνος, σε ανούσιες διαπιστώσεις που το μόνο αντάλλαγμα που ζητά για να σταματήσει να σου στέλνει τύψεις, είναι κι άλλη άμμος…
Το ποτήρι μου στέκει πλυμένο και ξεχασμένο σε κάποιο ντουλάπι. Ναι, έχω πάντα το ίδιο ποτήρι όπου κι αν πάω. Οι άκρες των δαχτύλων μου δεν δέχονται πολλές καινούργιες ανακαλύψεις. Όλα αυτά τα μεθύσια που μου χαρίζουν απλόχερα τα όνειρα, είναι στοιβαγμένα σε αυτό το ποτήρι μέσα. Γιατί να το αρνηθώ λοιπόν? Θα το ξαναγεμίζω όσο ξέρω ότι δεν πρόκειται να πεί σε κανέναν άλλο τα μυστικά μου έχω μοιραστεί μαζί του.
Ούτε φεγγάρι απόψε. Ακόμα κι αυτό απέχει από το καθήκον του που δεν είναι άλλο από το να μου θυμίζει πως τα βράδια θέλουν έναν άνθρωπο, ένα πιοτό και την παρουσία του, για να συνθέσουν μια καλοστημένη μπαλάντα. Το που θα την αφιερώσει ο καθένας είναι μια άλλη ιστορία. Και χιλιοειπωμένη μάλιστα.
Τρέμω. Δεν αντέχω άλλο αυτή την ήρεμη νύχτα του Ιούλη. Βλέπεις είμαι και μόνος μου. Αλλά δεν με πολυνοιάζει πια. Ίσως να έχω πείσει τον εαυτό μου ότι η παρουσία των άλλων μπροστά στο ενδεχόμενο μιας καλής ονειροπόλησης είναι μάλλον περιττή.
Σταματάω εδώ. Άρχισα να νοιώθω ότι απολογούμαι σε κάποιον αόρατο δικαστή. Δέχομαι να λογοδοτήσω για αυτά που γράφω, ξέροντας ότι υπάρχει έστω και ένα άτομο το οποίο γνωρίζει τι περνάω, τι νοιώθω, και περιμένει να αναγνωρίσει τα χάρτινα αποτυπώματά μου ανάμεσα σε χιλιάδες άλλα, και να προσπαθήσει να βρεί αν το μητρώο μου είναι λευκό ή γεμάτο από εγκληματικά πολλές ονειροπολήσεις.

Ο έρωτας είναι πυρετός


O έρωτας είναι πυρετός. Πυρετός που καίει τα σωθικά σου, που κάνει κάθε κύτταρο του οργανισμού σου να αναζητάει ένα ζευγάρι χείλη πάνω στο μέτωπό σου. Γούστο δεν είχε?
Μια εβδομάδα μετά και εγώ πρέπει να υποκριθώ ότι θέλω να γράψω τυχαίες μαλακίες σε ένα κομμάτι χαρτί και να τις πασάρω για σκέψεις υστερικής στενοχώριας. Μου λείπεις. Αυτό είναι όλο.
Είμαι δίπλα σου. Στην κουζίνα η καφετιέρα σιγοβράζει γαλλικό καφέ, ενώ εγώ ε κοιτάω σαστισμένος που μισοκοιμισμένη χουζουρεύεις μέσα στα παπλώματα.
Πίνουμε καφεδάκι. Σου μιλάω με φωνή πιο ήρεμη από αυτές που ακούω συνήθως τα βράδια μέσα στο κεφάλι μου. Εσύ ακούς ήρεμα και με κοιτάς. Ακόμη να καταλάβω αυτό το βλέμμα. Το μόνο σίγουρο είναι πως δεν έχει τέλος. Εκεί που ξεκινά τελειώνει κιόλας, επιλεκτικά, απλά.
Ανάβω τσιγάρο, θέλεις? Αρχίζω και συνηθίζω στο φως.
Δεν θέλω να γράψω. Εδώ και μέρες δεν μπορώ. Να το κάνω τι το γράψιμο?
Έγραφα όταν δεν ήμουν καλά. Και ψυχικά και σωματικά.
Τώρα είμαι καλά. Σε γνώρισα.

Κύματα
Εγώ όμως γιατί χειροκροτώ τις ευθείες? Ω Θεέ μου! Απάλλαξέ με από τη μορφή εκείνης που με κάνει διάφανο. Πάρε από πάνω μου εκείνο το βλέμμα, που μου θυμίζει τι πάει να πει οργή. Παραιτούμαι.

Free



Οι γονείς ξύνουν με αγωνία το καραφλό κεφάλι τους, αναρωτιόνται τι πήγε στραβά στα παιδιά τους. Τα κοριτσάκια γουστάρουν . Το ίδιο και τα αγοράκια.
Και όμως οι ίδιοι που μας θέλουν «διαφορετικούς», μας βάζουν σε ένα λούκι αντίρρησης το οποίο οι ίδιοι δεν πιστεύουν. Είμαστε κομμάτι μιας διαδικασίας η οποία μας αλλάζει εξωτερικά, εμφανισιακά, λεκτικά, ψυχολογικά, σεξουαλικά, μέχρι κάποιο άλλο FREE να μας παραλάβει για να μας ανεβοκατεβάσει τα παντελόνια, το μήκος των μαλλιών, την ψυχολογία, ακόμη και τον δείκτη της ζυγαριάς…
Κάποτε ήταν το Lemon, μετά το ΜΕΤΡΟ, τώρα απλά το FREE. Μετά?
Έχετε αποκτήσει ποτέ την αίσθηση ότι περπατάτε σε έναν ηλεκτρικό διάδρομο για πολύ καιρό? Και ότι αυτός ο ηλεκτρικός διάδρομος μοιάζει με τη ζωή σας? Αυτό σημαίνει ότι κάποιοι έχουν πετύχει ενώ εσείς όχι. Και γιατί αυτό?
Γιατί ο εαυτός σας είναι ένας σε σχέση με τα ρούχα, τα λεφτά, τις γκόμενες και τα λόγια σας. Γιατί αργά ή γρήγορα θα καταλάβετε ότι δεν κερδίζετε κανέναν έτσι, απλά με το περιτύλιγμα. Δεν νομίζω ότι αυτό είναι .
Free είναι να μιλάς όπως θέλεις εσύ.
Να ακούς τη μουσική που θέλεις εσύ
Να χορεύεις όπως θέλεις εσύ
Να έχει την κόμμωση που θέλεις εσύ.

Free είναι να σε εκτιμούν για αυτό που πραγματικά είσαι κα πιστεύεις, και όχι για τα παραπάνω.
Free είναι να σε περνάν για βλάκα και συ να είσαι κάτι παραπάνω.
Free είναι να μην νομίζει ο οποιοσδήποτε γονιός, καθηγητής, ομάδα, γυναίκα, ότι σε έχουν ΣΙΓΟΥΡΟ.
Free είναι να μην είσαι καλά και να το δείχνεις. Free είναι να είσαι καλά και πάλι να το δείχνεις.

Μια ατάκα σε σώζει για ένα πήδημα.
Το ίδιο και τα προφυλακτικά σου.
Μήπως αξίζεις κάτι παραπάνω από 2gr latex?

Νοιώσε την ανάγκη να προβληματιστείς, όχι για το χατίρι κανενός, αλλά για σένα.