9.12.06

Κεφάλαιο 19


"Πως εκλπήρωσες τις στρατιωτικές σου υποχρεώσεις?"
"Στο στρατό, Τσάρλι. Δεν θα μας βγάλει πουθενά αυτό."
"Με τι ειδικότητα?"
"Ως γιατρός."
"Ψυχίατρος?"
"Όχι."
"Πόσο καιρό εξασκείς την ψυχιατρική?"
"Πέντε χρόνια."
"Έχεις φάει ποτέ τη γυναίκα σου?"
"Τι..." Τρομοκρατημένη, θυμωμένη παύση. "Δεν... δεν καταλαβαίνω το νόημα της φράσης."
"Θα το θέσω διαφορετικά, τότε. Έχεις εμπλακεί ποτε σε στοματικές γενετήσιες πρακτικές με τη γυναίκα σου?"
"Δε θα απαντήσω σε αυτό. Δεν έχεις το δικαίωμα."
"Έχω όλα τα δικαιώματα του κόσμου. Εσύ δεν έχεις κανένα. Απάντησέ μου αλλιώς θα πυροβολήσω κάποιοςν. Και να θυμάσαι, αν πεις ψέμματα, και σε πιάσω να λές ψέμματα, θα πυροβολήσω κάποιον." ¨Εχεις εμπλακεί ποτέ σε..."
"'Οχι."
"Πόσο καιρό εξασκείς την ψυχιατρική?"
"Πέντε χρόνια."
"Γιατί?"
"Για... Λοιπόν, επειδή με γεμίζει. Ως άνθρωπο."
"Είχε ποτέ η γυναίκα σου σχέσεις με άλλον άντρα?"
"Όχι."
"Πώς το ξέρεις?"
"Με αγαπάει."
"Σου έχει πάρει ποτέ η γυναίκα σου πίπα, Ντον?"
"Δεν καταλαβαίνω τι θέλεις..."
"Ξέρεις πολύ καλά τι εννοώ!"
"Όχι, Τσάρλι, εγώ..."
"Έκανες ζαβολιά σε κανένα διαγώνισμα στο κολέγιο?"
Παύση. "Απολύτως όχι."
"Σε κανένα κουίζ?"
"Όχι."
Επιτέθηκα ξαφνικά. "Τότε πως μπορείς να λες οτι η γυναίκα σου δεν ενεπλάκη ποτέ σε στοματο-γενετήσιες σεξουαλικές πρακτικές μαζί σου?"
"Εγώ... Εγώ-ποτέ... Τσάρλι..."
"Πού έκανες τη βασική σου εκπαίδευση?"
"Φ-Φόρτ Μπένινγκ."
"Ποιά χρονιά?"
"Δεν θυμάμ..."
ώσε μου μια χρονιά αλλιώς θα πυροβολήσω κάποιον εδώ κάτω!"
"Χίλια-εννιακόσια-πενήντα-έξι."
"Ήσουν αγριάδα?"
"Εγώ... Εγώ δεν..."
"Ήσουν αγριάδα? Ήσουν σκυλόφατσα?"
"Ήμουν... Ήμουν αξιωματικός. Υπολοχ..."
"Δεν σε ρώτησα αυτό!" ούρλιαξα.
"Τσάρλι... Τσάρλι, για όνομα του Θεού, ηρέμησε..."
"Ποιά χρονιά εκπληρώθηκαν οι στρατιωτικές σου υποχρεώσεις?"
"Χι-Χίλια-εννιακόσια-εξήντα."
"Χρωστάς στην πατρίδα σου έξι χρόνια! Λες ψέμματα. Θα πυροβολήσω."
"Όχι!" φώναξει. "Εθνική Φρουρά! Ήμουν στη Φρουρά!"
"Ποιό ήταν το πατρικό όνομα της μητέρας σου?"
"Γκ-Γκ-Γκάβιν."
"Γιατί?"
"Για... Δεν καταλαβαίνω τι εν..."
"Γιατί ήταν το πατρικό της όνομα Γκάβιν?"
"Γιατι το όνομα του πατέρα της ήταν Γκάβιν. Τσάρλι..."
"Ποιά χρονιά έκανες τη βασική σου εκπαίδευση?"
"Χίλια-εννιακόσια-επ-έξι!"
"Λές ψέμματα. Σ'έπιασα, έτσι δεν είναι, Ντον?"
"Όχι!"
"Άρχισες να λες πενήντα-επτά."
"Μπερδεύτηκα."
"Θα πυροβολήσω κάποιον. Στα σωθικά νομίζω. Ναι."
"Τσάρλι, για τ'όνομα του Ιησού!"
"Φρόντισε να μην ξανασυμβεί. Ήσουν απ'αυτούς που γαβγίζουνε, έτσι δεν είναι? Στο Στρατό?"
"Ναι-όχι-ήμουν αξιωματικός."
"Ποιό ήταν το μεσαίο όνομα του πατέρα σου?"
"Τζ-Τζον. Τσαχ-Τσάρλι, σύνελθε. Μ-Μ-Μη..."
"Καταβρόχθισες ποτέ τη γυναίκα σου δικέ μου?"
"Όχι!"
"Λες ψέμματα. Είπες πως δεν ξέρεςι τι σημαίνει αυτό."
"Μου το εξήγησες!" Ανέπνεε με μικρά, γρήγορα γρυλίσματα. "Άσε με να φύγω. Τσάρλι, άσε με να φ..."
"Σε ποιό θρησκευτικό δόγμα ανήκεις?"
"Στους Μεθοδιστές"
"Στην Ομάδα Οργάνωσης?"
"Όχι."
"Πήγαινες στο Κατηχητικό?"
"Ναι."
"Ποιές είναι οι τρείς πρώτες λέξεις της Παλαιάς Διαθήκης?"
Παύση. "Εν αρχή ήν."
"Πρώτη γραμμή απο τον εικοστό τρίτο ψαλμό?"
"Ο... εμ... Ο Κύριος είναι ο ποιμένας μου."
"Και έφαγες πρώτη φορά τη γυναίκα σου το 1956?"
"Ναι-όχι... Τσάρλι, άσε με ήσυχο..."
"Βασική εκπαίδευση, ποιά χρονιά?"
"Χίλια-εννιακόσια-πενήντα-έξι!"
"Είπες πενήντα-επτά προηγουμένως!" ούρλιαξα. "Ορίστε! Θα τινάξω κάποιου το κεφάλι στον αέρα αμέσως τώρα!"
"Είπα πενήντα-έξι, μπάσταρδε!" Ουρλιάζοντας, με κομμένη την ανάσα, υστερικός.
"Τι συνέβη στον Ιωνά, Ντον?"
"Τον κατάπιε μια φάλαινα."
"Η Βίβλος λέει μεγάλο ψάρι, Ντον. Αυτό εννοούσες?"
"Ναι. Μεγάλο ψάρι. Ναι βέβαια." Αξιοθρήνητα περίεργα.
"Ποιος κατασκεύασε την κιβωτό?"
"Ο Νώε"
"Που έκανες τη βασική σου?"
"Στο Φόρτ Μπένινγκ." Με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση. Οικείο έδαφος. Άφηνε τον εαυτό του να χαλαρώσει.
"Έφαγες ποτέ τη γυναίκα σου?"
"Όχι."
"Τι?"
"Όχι!"
"Ποιό είναι το τελευταίο βιβλίο στην Καινή Διαθήκη? Ντον?"
"Οι Αποκαλύψεις."
"Βασικά, είναι σκέτα Αποκάλυψη. Στον Ενικό. Έτσι?"
"Έτσι, βέβαια, έτσι."
"Ποιός την έγραψε?"
"Ο Ιωάννης."
"Ποιό ήταν το μεσαίο όνομα του πατέρα σου?"
"Ιωάννης."
"Σου αποκάλυψε τίποτε ποτέ ο πατέρας σου, Ντον?"
Ένα παράξενο, ψηλό, κακαριστό γέλιο απο τον Ντον Γκρέις. Μερκά απο τα παιδιά ένιωσαν άβολα ακούγοντας τον ήχο αυτού του γέλιου.
"Εμ... όχι... Τσάρλι... δεν μπορώ να πω οτι το έκανε ποτέ."
"Ποιό ήταν το πατρικό όνομα της γυναίκας σου?"
"Γκάβιν."
"Θεωρείται ο Ιησούς ένας απο τους μάρτυρες?"
"Ν-Ναι..." Ήταν πολύ Μεθοδιστής για να είναι πραγματικά σίγουρος.
"Πως μαρτύρησε?"
"Με το σταυρό. Σταυρώθηκε."
"Τι ρώτησε ο Χριστός τον Θεό πάνω στο σταυρό?"
"<Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες?>"
"Ντον?"
"Ναι, Τσάρλι?"
"Τι είπες μόλις τώρα?"
"Είπα Θεέ μου, Θεέ μου γιατί..." Παύση. "Ω, όχι, Τσάρλι. Αυτό δεν είναι δίκαιο!"
"Έκανες μια ερώτηση."
"Με ξεγέλασες!"
"Μόλις σκότωσες κάποιον, Ντον. Λυπάμαι."
"Όχι!"

Πυροβόλησα με το πιστόλι στο πάτωμα. Όλη η τάξη, που άκουγε με έντονη, προσοχή, σαν υπνωτισμένη, μαζεύτηκε.
Πολλοί ούρλιαξαν. Ο "Χοιροστάσιο" λιποθύμησε πάλι, και χτύπησε το δάπεδο μ'ένα γεμάτο κρεάτινο γδούπο. Δεν ξέρω αν τον συνέλαβε το σύστημα ενδοεπικοινωνίας, αλλα πραγματικά δεν είχε σημασία.
Ο κύριος Γκρέις έκλαιγε. Με αναφιλητά, σαν παιδί.
"Ικανοποιητικό" είπα χωρίς να απευθύνομαι σε κανέναν συγκεκριμένα. "Πολύ ικανοποιητικό."
Τα πράγματα φαίνονταν να κυλάνε ωραία.
Τον άφησα να κλαίει για σχεδόν ένα λεπτό. Οι μπάτσοι είχαν αρχίσει να έρχονται προς το σχολείο μόλις άκουσαν τον πυροβολισμό, αλλα ο Τομ Ντένβερ, στοιχηματίζοντας ακόμη στον τρελογιατρό του, τους κράτησε πίσω, και έτσι αυτό ήταν εντάξει. Ο κύριος Γκρέις ακουγόταν σαν ένα μικρό παιδί, αβοήθητο, χωρίς ελπίδα. Τον είχα αναγκάσει να γαμήσει τον εαυτό του, με το δικό του μεγάλο εργαλείο, σαν εκείνες τις παράξενες εμπειρίες που διαβάζεις στο Penthouse forum.
Του είχα αφαιρέσει τη μάσκα του μάγου γιατρού και τον έκανα ανθρώπινο. ΑΛλα δεν του κρατούσα κακία. Το να σφάλλεις είναι μόνον ανθρώπινο, αλλα είναι ίδιον θεικό το να συγχωρείς. Το πιστεύω αυτό πραγματικά.

"Κύριε Γκρέις?" είπα τελικά.
"Θα βγω έξω τώρα" είπε. Και τότε με δακρύβρεχτη επαναστατικότητα: "Και δεν μπορείς να με σταματήσεις!"
"Εντάξει", είπα τρυφερά. "Το παιγνίδι τελείωσε, κύριε Γκρέις. Δεν παίζαμε στ'αλήθεια αυτή τη φορά. Κανένας δεν είναι νεκρός εδώ κάτω. Έριξα στο πάτωμα."
Σιωπή με αναπνοές. Μετά, κουρασμένα: "Πως μπορώ να σε πιστέψω, Τσάρλι?"
Γιατί θα είχε δημιουργηθεί πανικός.
Αντί να πω αυτό, έδειξα με το δάχτυλο. "Τεντ?"
"Είμαι ο Τεντ Τζόουνς, κύριε Γκρέις", είπε ο Τεντ μηχανικά.
"Ν-Ναι, Τεντ."
"Έριξε στο πάτωμα", είπε ο Τεντ με φωνή ρομπότ. "Όλοι είναι καλά." Μετα χαμογέλασε και άρχισε να μιλάει πάλι. Έστρεψα το πιστόλι προς το μέρος του, και έκλεισε αστραπιαία το στόμα του.
"Ευχαριστώ, Τεντ. Ευχαριστώ, αγόρι μου." Ο κύριος Γκρέις άρχισε πάλι να σιγοκλαίει. Μετά απο ό,τι βάρυνε σαν πολύς, πολύς χρόνος, έκλεισε το σύστημα ενδοεπικοινωνίας. Αρκετή ώρα μετά απ'αυτό, εθεάθη πάνω στο γρασίδι, πάλι, περπατώντας με το τουίντ σακάκι του με τα σουέντ μπαλώματα στους αγκώνες, το καραφλό κεφάλι του να γυαλίζει, τα μάγουλά του να γυαλίζουν. Περπατούσε αργά, σαν γέρος.
Ήταν απίστευτο πόσο πολύ μου άρεσε να τον βλέπω να περπατάει έτσι.


Απο το βιβλίο "Οργή".
Ένα απο τα βιβλία του Bachman.
1977


(sorry για το μέγεθος του ποστ, αλλα δεν γινόταν να μην γράψω όλο το κεφάλαιο...)

Δεν υπάρχουν σχόλια: