31.1.07

Τα λιωμαζώματα.

Ο καιρός εδώ δε λέει να χαλάσει. Και όσο λιάζει, τόσο σκέφτομαι τα παιδικά μου χρόνια. Τα σαββατοκύριακα, σχεδόν όλη η οικογένεια φόρτωνε την κλούβα (ή αλλιώς μπατσικό) με ό,τι είδους μαλακίες, και μεταφερόταν σύσσωμη στα χωριά, για να μαζέψει τις ελιές. Ποτέ δεν ξυπνούσαμε στην ώρα που είχε προγραμματίσει ο πατέρας μου. Ποτέ δεν είμασταν πρόθυμοι να δουλέψουμε για να βγάλουμε το λάδι της χρονιάς. Προτιμούσαμε να βγάζουμε το λάδι του πατέρα και της γιαγιάς. Ήταν λίγο πιο πικρό, αλλα μας έκανε να γελάμε.
Τώρα που ψιλομεγάλωσα, θέλω να πάω στο χωριό να βοηθήσω, και δεν έχω καμμία μέρα ελεύθερη. Τα ρεπό μου είναι Τρίτη-Τετάρτη.
Αξέχαστα λοιπόν, με το που λιάζει λίγο εδώ στο Ηράκλειο, και τύχει να περάσω απο κανένα χωράφι, οι αναμνήσεις βουίζουν στο μυαλό μου σαν τις μέλισσες που υπάρχουν πάντα σε αφθονία την Άνοιξη.
Η δουλειά ξεκινούσε απο τις 7 το πρωί. Με την υγρασία να λερώνει τα ρούχα της δουλειάς απο νωρίς, δεν χαμπάριαζα ποτέ απο τις συμβουλές της γιαγιάς "μην ξαπλώνεις στσι ξυνίδες με την ογρασά, θα πλευριτωθείς", "μην τρως τσι ξυνίδες και ψεκασμένες τις έχουνε", με το θείο μου το Γιάννη να ωρύεται "μπρε συ Στελιώ έλα εδώ γαμώ το Δία σου μέσα να τελειώνουμε", με τον πατέρα να πασχίζει και να βγάλει τη δουλειά, και τις συμβουλές του να δώσει "δε σας είπα να μη δίνετε αφορμές στους αθρώπους?".
Βορινά, Χάλαβρα, Ρουφάς, Ψηλό Καστέλλι, Μοίρες, Τάβλα, Μαντηλίδι, Κόκκινο Σπιτάκι, όλες ονομασίες που στο μυαλό μου τώρα ηχούν σα μέρη απο άλλο πλανήτη. Μέρη που επισκέφτηκα κάποτε, μέρη που πάντα έβρισκα την ευκαιρία να εξερευνώ, λουφάρωντας απο το βαρετό λιωμάζωμα. Παιδί ήμουν...
Στο Μαντηλίδι, σε μια άκρη του χωραφιού, ανάμεσα στις ελιές, υπήρχε μια μανταρινιά που έκανε τα πιο νόστιμα μανταρήνια στον κόσμο. Μικρά, χωρίς κουκούτσι, και μέλι στη γεύση.
Έβγαζα τη μπλούζα, έδενα τα μανίκια κόμπο, και την παραγέμιζα μανταρήνια. Ο φράχτης του δίπλα χωραφιού είχε μια τρύπα μικρή, και απο κεί για μένα ξεκινούσε η Γη της Επαγγελίας. Ελάχιστα δέντρα, ψιλό χορτάρι, και παντού μαργαρίτες, και άλλα λουλούδια που ακόμη δεν ξέρω το όνομά τους, αλλα το άρωμά τους έχει χαραχτεί. Με το πάσο μου, και αγνοώντας τους άλλους, τραβούσα μισό χιλιόμετρο πιο πέρα και κάπου εκεί στη μέση του πουθενά μου, περίμενα τον Ήλιο να βγει, να διώξει την "ογρασά" και να αφήσει τα λουλούδια να φωνάξουν τις μέλισσες. Κι αυτές άκουγαν...

13-15 χρόνια μετά, και ξέρω πως μόλις βρεθώ στο ίδιο μέρος, τίποτα δεν θα με σταματήσει απο το να γίνω πάλι αυτό που μου λείπει. Κι ας πλευριτωθώ. Ευκαιρία θα'ναι να πάρω και κανα ρεπό παραπάνω να ανέβω στην Αθήνα. Στα μπετά σας κουφάλες... Στα καλώδια που μόνος μου έβαλα στους κροτάφους μου.

Μένουμε πάντα παιδιά ρε! Κι όποιος υποστηρίζει το αντίθετο, είναι εκείνος που θέλει περισσότερο απ'όλους να ξαναγίνει παιδί, κι ας ξήλωσε τη μανταρινιά πεντ'έξι χρόνια πριν. Δεν την μαδούσε εκείνος για να του λείψει, εγώ το έκανα...

1 σχόλιο:

jul είπε...

Η μαμά από χωριό του Ρεθύμνου, οπότε καταλαβαίνεις οτι τα λόγια σου έγιναν εικόνες στα μάτια μου! Ολο αυτό το μάζεμα του λαδιού, ξυπνάει μέσα μου εφιαλτικές μέρες... Με την αδερφή μου να κανουμε οτι μας κατέβαινε και η γιαγια με την μαμά μου να μας φωνάζουν!!! Να γυρνάμε από χωράφι σε χωράφι και να ρωτάμε καθε 3 λεπτά την γιαγιά μου, μέχρι που ειναι οι δικές μας ρίζες... μπας και τελειώσουμε γρήγορα!!! Και φυσικά να μας ταϊζουν με το ζόρι τραχανά πρωι - πρωί για να μας κρατήσει ολη μέρα...ΜΠΛΙΑΑΑΑΑΑΑΧ και να παιζει η διαφήμιση του Αλτις και να λεει "Γυριζουν αποκαμωμένοι μα τόσο χαρούμενοι" Μαλλον πρέζα έπρεπε να παίρνουν για να ειναι χαρούμενοι...
Τωρα κατεβαίνουν οι γονεις μονοι τους... δεν μου λειπει τίποτα γιατί δεν περνάγαμε καλά... περιμέναμε τις μέρες να περασουν καινα φύγουμε... Το μονο που εχει απομείνει ειναι μια νοσταλγία όποτε το σκέφτομαι και το συζητάω με την αδερφή μου και την κολλητή μου που τα ίδια τραβαγε!!!:):)

Τι μου θύμισες!!!!!